Όσο κι αν το σύγχρονο ποδόσφαιρο δεν επιτρέπει υπερβολικές παρεκκλίσεις από τον προσχεδιασμένο τρόπο παιχνιδιού και την συλλογική τακτική, ο ποδοσφαιριστής με την εκπληκτική τεχνική κατάρτιση διακρίνεται αμέσως.
Όχι μόνο επειδή κατορθώνει με τις ατομικές του προσπάθειες να «μαγεύει» τα πλήθη της κερκίδας, αλλά κι επειδή δύναται, ως εξαιρετικός χειριστής της μπάλας, να συμβάλλει στην αυξομείωση του ρυθμού του εκάστοτε αγώνα και στην υλοποίηση του πλάνου της ομάδας του.
Γράφει ο Γιάννης Ασημακόπουλος
Επομένως, η ευρέως διαδεδομένη άποψη των ημερών μας περί κατάργησης της έννοιας και της ουσίας του «δεκαριού» δεν απηχεί με ακρίβεια την πραγματικότητα εντός του αγωνιστικού χώρου. Διότι μπορεί το «δεκάρι», πλέον, να βαπτίζεται πολυσύνθετος επιτελικός χαφ, κυρίως με δημιουργικά και ενίοτε με ανασταλτικά καθήκοντα, αλλά η αύξηση των αρμοδιοτήτων του μέσα στο γήπεδο δεν αναιρεί τη σημασία των προσωπικών ενεργειών. Των κινήσεων ποιότητας και ευελιξίας (π.χ η περίπτωση του Όσκαρ της Τσέλσι).
Όσον αφορά στα «δεκάρια» μιας ...προηγούμενης ποδοσφαιρικής εποχής, η αλήθεια είναι πως ο πρώτος που μάς έρχεται αβίαστα στο μυαλό είναι ο Χουάν Σεμπαστιάν Βερόν (που γεννήθηκε στις 9 Μαρτίου 1975). Ο Αργεντινός, γιος του επίσης παλαιμάχου ποδοσφαιριστή Χουάν Ραμόν Βερόν (που είχε αγωνιστεί και στον Παναθηναϊκό την τριετία 1972-75), πραγματοποίησε τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα στην Εστουντιάντες το 1994. Μάλιστα, στη συγκεκριμένη ομάδα αποφάσισε να ολοκληρώσει και τον κύκλο της ποδοσφαιρικής του καριέρας την περυσινή αγωνιστική περίοδο (2013-14).
Ωστόσο, έγινε παγκοσμίως γνωστός όταν έκανε το ταξίδι για την Ευρώπη και αγωνίστηκε τόσο στην Ιταλία (Σαμπντόρια, Πάρμα, Λάτσιο) όσο και στην Αγγλία (στην κραταιά Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ του Σερ Άλεξ Φέργκιουσον και στην Τσέλσι, από την οποία παραχωρήθηκε δανεικός στην Ίντερ για τη διετία 2004 - 2006).
Με το παρωνύμιο ''la brujita'' (η μικρή μάγισσα), αφού ο πατέρας του χαρακτηριζόταν ως ''la bruja'' (η μάγισσα), ο Χουάν Σεμπαστιάν διέπρεψε στους αγωνιστικούς χώρους της Λατινικής Αμερικής και της Ευρώπης για μια εικοσαετία. Με κύρια «βέλη» στη «φαρέτρα» του το καταπληκτικό σουτ από απόσταση, τη διορατικότητα στον τρόπο οργάνωσης της επίθεσης της ομάδας και, φυσικά, την αρτιότητα της τεχνικής του κατάρτισης, ο συγκεκριμένος παίκτης ήταν «καταδικασμένος» να επιτύχει σε αυτή τη μεγάλης χρονικής διάρκειας επαγγελματική πορεία.
Άλλωστε, και μόνο το γεγονός ότι ανήκει στη λίστα FIFA 100 (μια λίστα με τους καλύτερους ποδοσφαιριστές όλων των εποχών, την οποία δημιούργησε ο Πελέ το 2004 με αφορμή τα 100ά γενέθλια της FIFA) συνιστά απόδειξη της ιδιαίτερης αξίας του εν λόγω Αργεντινού, αλλά και επιβράβευση του (όποιου) χαρισματικού ποδοσφαιριστή!
Κι αν προσθέσουμε σε όλα αυτά και το ότι φόρεσε για 73 φορές τη φανέλα της Εθνικής Αργεντινής (επιτυγχάνοντας και 9 γκολ) από το 1996 έως και το 2010, κατανοούμε καλύτερα την προσφορά του στο ποδόσφαιρο της πατρίδας του και γενικώς στον ποδοσφαιρικό πλανήτη.
Πλέον, την κάθε φορά που ο επιβλητικός Αργεντινός θα στρέφει το βλέμμα του προς το ποδοσφαιρικό του παρελθόν, θα περηφανεύεται για όσα κατόρθωσε.
Γιατί η στιγμή της αποχώρησης από την ενεργό δράση είναι νομοτελειακή για κάθε ποδοσφαιριστή, αλλά η μνήμη των παρελθοντικών του επιτευγμάτων παραμένει για πάντα ζωντανή!