Κατά τη δεκαετία του 1990, η κυριαρχία των Ιταλών στο ευρωπαϊκό ποδοσφαιρικό στερέωμα ήταν αδιαμφισβήτητη.
Είναι χαρακτηριστικό, άλλωστε, πως από το 1990 μέχρι το 1999 οι ιταλικές ομάδες κατέκτησαν 18 (!) ευρωπαϊκά τρόπαια.
Γράφει ο Γιάννης Ασημακόπουλος
Συγκεκριμένα, 1 Κύπελλο Πρωταθλητριών, 2 Champions League, 7 Κύπελλα UEFA, 3 Κύπελλα Κυπελλούχων και 5 UEFA Super Cup. Το ίδιο χρονικό διάστημα, η Εθνική ομάδα της Ιταλίας δήλωσε παρούσα στα ημιτελικά του Μουντιάλ του 1990, ήταν φιναλίστ στο Μουντιάλ του 1994 κι επίσης φιναλίστ στο EURO του 2000!
Αν μη τι άλλο, στην προκειμένη περίπτωση, τα ιστορικά στοιχεία αντικατοπτρίζουν πλήρως την εικόνα μιας ισχυρής ποδοσφαιρικής Ιταλίας. Μιας Ιταλίας που διοργάνωνε μια άκρως ανταγωνιστική Serie A και διέθετε την λάμψη και τα οικονομικά μέσα για να προσεγγίζει μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα του παγκοσμίου ποδοσφαίρου.
Μιας Ιταλίας που, ασφαλώς, απέχει από το σημερινό ιταλικό σκηνικό της αβεβαιότητας (με τρανό παράδειγμα την χειμαζόμενη Πάρμα) και της αγωνιστικής παρακμής (που απεικονίζεται στη Μίλαν του αποσυντονισμού και της περιορισμένης ισχύος).
Αν εξαιρέσει κανείς τη Γιουβέντους, η οποία χρειάστηκε να αναγεννηθεί από τις …στάχτες της μετά το σκάνδαλο Calciopolis το 2006 κι έχει βελτιωθεί αισθητά, οι υπόλοιποι σύλλογοι της γειτονικής μας χώρας δυσκολεύονται πολύ να διακριθούν στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Στις διοργανώσεις, δηλαδή, στις οποίες κάποτε ξεκινούσαν ως πρώτα φαβορί και μεγαλουργούσαν, με «όπλα» την απαράμιλλη τακτική πειθαρχία, την αμυντική συνοχή και την αποτελεσματικότητα των επιθετικών προσπαθειών.
Εντούτοις, πέραν της «Γηραιάς Κυρίας», η οποία συμμετέχει στη φάση των «16» του Champions League και την επόμενη εβδομάδα θα κληθεί να υπερασπιστεί το ισχνό προβάδισμά της απέναντι στη Ντόρτμουντ, οι Ίντερ, Φιορεντίνα, Ρόμα, Νάπολι και Τορίνο εξακολουθούν να είναι ζωντανές στο Europa League της τρέχουσας σεζόν.
Και, όπως και να το κάνουμε, η επιχείρηση ανάδειξης των ιταλικών ικανοτήτων – έστω και στη δεύτερη τη τάξει ευρωπαϊκή διοργάνωση- διασκεδάζει τις αρνητικές εντυπώσεις που προκαλούνται από την απώλεια λάμψης του Καμπιονάτο.
Χθες, μάλιστα, η εμφύλια ποδοσφαιρική «διαμάχη» ανάμεσα στη Φιορεντίνα και στη Ρόμα ενείχε μεγάλο ενδιαφέρον, κυρίως αναφορικά με το πώς θα επεδίωκε να αντιμετωπίσει ο προπονητής Βιντσέντσο Μοντέλα την ομάδα που δόξασε ως ποδοσφαιριστής!
Οι «βιόλα» μπήκαν πιο δυνατά στο παιχνίδι και ήταν πιο αποφασιστικοί στις προσωπικές μονομαχίες. Ευτύχησαν να προηγηθούν στο σκορ νωρίς (17’, Ίλισιτς), αλλά στην ροή του παιχνιδιού αντιλήφθηκαν ότι το ένα γκολ δεν θα αρκούσε απέναντι στη Ρόμα. Οι φιλοξενούμενοι, ύστερα από το νωθρό τους ξεκίνημα στον αγώνα και τις αναγκαστικές αλλαγές των Ντανιέλε Ντε Ρόσι και Κώστα Μανωλά, επιχείρησαν να απειλήσουν την αντίπαλη εστία και έχασαν την μεγαλύτερή τους ευκαιρία στο πρώτο ημίχρονο με τον Φλορέντσι να σουτάρει, τον Νέτο να αποκρούει και τον Λιάιτς, στην συνέχεια, να στέλνει τη μπάλα πάνω από την εστία της Φιορεντίνα (44’).
Στο δεύτερο μέρος, η Ρόμα παρουσίασε ένα πιο οργανωμένο σχέδιο επιθετικής ανάπτυξης στον αγωνιστικό χώρο, με αποτέλεσμα να περιορίσει πολλές φορές τους γηπεδούχους σε θέση άμυνας. Κι αν το πέναλτι (60') που κέρδισε ο Ιτούρμπε από τον Νέτο κι απώλεσε ο Λιάιτς είναι αμφισβητούμενο, ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει τον συστηματικό τρόπο με τον οποίο οι ποδοσφαιριστές του Γκαρσία αναζήτησαν το γκολ της ισοφάρισης.
Τελικώς, αυτό ήρθε στο 77’, έπειτα από εκτέλεση κόρνερ του Φλορέντσι και εξαιρετική κεφαλιά από τον Σεϊντού Κεϊτά, ο οποίος φόρεσε το περιβραχιόνιο του αρχηγού μετά την αναγκαστική αποχώρηση του Ντε Ρόσι από το γήπεδο. Και πλέον, η Ρόμα αποκτά προβάδισμα πρόκρισης, το οποίο καλείται να υπερασπιστεί την ερχόμενη Πέμπτη στο «Ολίμπικο» της Ρώμης.
Πάντως, σε μια βραδιά που, πέραν της νίκης της Νάπολι επί της Ντιναμό Μόσχας, τα δείγματα γραφής των ιταλικών ομάδων ήταν αρνητικά (Ζενίτ – Τορίνο 2-0 και Βόλφσμπουργκ – Ίντερ 3-1), η σύγκρουση της Φιορεντίνα με τη Ρόμα αποτελεί ένα σημάδι ζωής της Ιταλίας στο ευρωπαϊκό ποδοσφαιρικό γίγνεσθαι.
ΥΓ. Δεν μπορούμε παρά να τονίσουμε τη σημασία της παρουσίας τριών συμπατριωτών μας στην αρχική ενδεκάδα της Ρόμα. Αν πριν από μερικά χρόνια κάποιος μάς έλεγε πως τη σεζόν 2014-15 θα συνέβαινε κάτι τέτοιο, δεν θα τον πιστεύαμε. Είναι, επομένως, ένα πολύ μεγάλο βήμα προόδου για τους Έλληνες του εξωτερικού, οι οποίοι εδώ και πολλά χρόνια αποδεικνύονται εξαιρετικώς σημαντικοί στην προσπάθεια επίτευξης των στόχων της Εθνικής μας ομάδας.