Στις 6 Απριλίου 2004, η Μονακό υποδέχθηκε τη Ρεάλ Μαδρίτης στη ρεβάνς της προημιτελικής φάσης του Champions League (το πρώτο match στο «Σαντιάγκο Μπερναμπέου» είχε λήξει με σκορ 4-2 υπέρ των Ισπανών).
Γράφει ο Γιάννης Ασημακόπουλος
Το γκολ του Ραούλ στο 36’ φαινόταν πως έβαζε τέλος στα όνειρα των Μονεγάσκων για την επίτευξη μιας ανατροπής που θα συνιστούσε ποδοσφαιρική εποποιία. Όμως, ο μικρόσωμος (1,64 μ.) Γάλλος Λουντοβίκ Ζιουλί είχε εντελώς διαφορετική άποψη.
Με δύο γκολ (το 1-1 στο 45 +1' και το τελικό 3-1 στο 66') κατόρθωσε να προσυπογράψει μια σπουδαία ανατροπή και να χαρίσει στην ομάδα του το «εισιτήριο» για τα ημιτελικά και τη μάχη εναντίον της Τσέλσι του Κλαούντιο Ρανιέρι.
Ειδικώς, το τρίτο γκολ των γηπεδούχων, το οποίο προέκυψε από σέντρα του δεξιού μπακ Ιμπάρα κι ένα εξαιρετικής έμπνευσης τακουνάκι εκ μέρους του Ζιουλί, ήταν το εφαλτήριο των πανηγυρισμών για τους ποδοσφαιριστές του Ντιντιέ Ντεσάν. Του προπονητή, δηλαδή, που, στα 36 του χρόνια, κατάφερε να οδηγήσει την ομάδα του μέχρι τον τελικό της σημαντικότερης διοργάνωσης συλλόγων στον πλανήτη. Τον τελικό (Πόρτο – Μονακό 3-0) που μπορεί να άφησε πικρή γεύση στον Ζιουλί και στους συμπαίκτες του, αλλά, ταυτοχρόνως, γέννησε τον θαυμασμό για την αποτελεσματικότητα της Πόρτο του Ζοσέ Μουρίνιο.
Ο Λουντοβίκ Ζιουλί, ο οποίος γεννήθηκε στις 10 Ιουλίου 1976 και αύριο συμπληρώνει 39 χρόνια ζωής, ξεκίνησε να παίζει επαγγελματικά ποδόσφαιρο στη Λυών το 1994. Στην εν λόγω ομάδα αγωνίστηκε μέχρι και το 1998, χρονιά της μετακίνησής του στη Μονακό. Με τους Μονεγάσκους, όπως αναφέρθηκε, έφτασε μια ανάσα από την κορυφή του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. Το 2004, επέλεξε να δώσει νέα ώθηση στην καριέρα του, μετακινούμενος στην Μπαρτσελόνα. Φορώντας τη φανέλα των «μπλαουγκράνα», εξεπλήρωσε μια από τις ενδόμυχες επιθυμίες του, αυτήν της κατάκτησης του Champions League, το 2006 (Μπαρτσελόνα – Άρσεναλ 2-1).
Τίμησε, ακόμη, τις φανέλες των Ρόμα (2007-08), Μονακό (δεύτερη θητεία τη σεζόν 2011-12), Λοριάν (2012-13), ενώ σήμερα εξακολουθεί να βρίσκεται στην ενεργό δράση για λογαριασμό της Μον Ντ’ Ορ Αζέργκ Φουτ, μιας ομάδας που συμμετέχει στο ερασιτεχνικό πρωτάθλημα της Γαλλίας και έχει δώσει στο γήπεδό της το όνομα του Ζιουλί. Συν τοις άλλοις, πραγματοποίησε 17 εμφανίσεις με τη φανέλα της Εθνικής Γαλλίας από το 2000 έως το 2005.
Πέραν, λοιπόν, της πασιφανούς αγάπης του συγκεκριμένου ποδοσφαιριστή για το ποδόσφαιρο, αξίζουν να σημειωθούν τόσο η μαχητικότητά του όσο και η μεγάλη διάρκεια της παρουσίας του στα γήπεδα. Δύο στοιχεία που χαρακτηρίζουν τις μεγάλες προσωπικότητες του ποδοσφαίρου και διαχωρίζουν τον απλώς ταλαντούχο αθλητή από τον σπουδαίο επαγγελματία!